Das Schöne: gegenstand von Anschauung oder Erkenntnis

Das Schöne: gegenstand von Anschauung oder Erkenntnis

This item is provided by the institution :
Academy of Athens   

Repository :
Research Centre for Greek Philosophy   

see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-SA 4.0

Attribution-NonCommercial-ShareAlike
CC_BY_NC_SA



Das Schöne: gegenstand von Anschauung oder Erkenntnis

Schmitt, Arbogast

Για τη νεότερη αισθητική που αρχίζει με τον Baumgarten το ωραίο είναι αντικείμενο της θέασης και ο άνθρωπος δεν το προσεγγίζει αναλυτικά με έννοιες αλλά με την πληρότητα των δεδομένων της θέασης. Μ΄ αυτή την έννοια ονομάζει ο Kant ωραίο ότι προσεγγίζουμε όχι με έννοιες αλλά ως αντικείμενο μιας γενικής ευαρέσκειας. Ο Hegel βλέπει το σημείο του ωραίου στην αισθητική παρουσία της ιδέας. Ο Schopenhauer λέει για την εμπειρία του ωραίου ότι είναι η σύλληψη της ιδέας μέσα στη θεωρία, η οποία προηγείται από κάθε έννοια. Σε αντιδιαστολή η καλύτερα σε οξεία αντίθεση προς αυτή την αισθητική θεωρία νοείται το ωραίο για την αρχαία και μεσαιωνική αισθητική ως κάτι το οποίο δε συλλαμβάνεται ικανοποιητικά από τις αισθήσεις, αλλά στην πληρότητα και καθαρότητά του είναι προσιτό μόνο στην απαλλαγμένη από την αισθητικότητα αφαιρετική νόηση. Η παραδοσιακή εξήγηση αυτής της διαφοράς-αντίθεσης είναι η άποψη ότι η αρχαιότητα αντιλαμβάνεται τη νόηση ως ένα είδος θέασης και ότι πρόκειται για την απλοϊκή αντίληψη της αρχαιότητας για την ενότητα αίσθησης και νόησης, η οποία εξηγεί την εκ μέρους της αρχαιότητας αναζήτηση του ωραίου ακόμη και στη διάσταση της έννοιας. Η άποψη όμως αυτή δεν ευσταθεί, αν τη δούμε υπό το φως της ιστορίας του πνεύματος. Διότι η αρχαία και μεσαιωνική θεωρία, η οποία θεωρεί τη σύλληψη του ωραίου σαν ένα γνωσιακό επίτευγμα του νού, είναι, αντίθετα προς αυτή τη θέση, αποτέλεσμα ακριβώς μιάς θεωρητικής, αναλογιστικής διάκρισης ανάμεσα στα διάφορα αποτελέσματα της θέασης και του νου. Για την ανασύσταση του ερμηνευτικού ορίζοντα, εντός του οποίου πρέπει να κατανοηθεί αυτή η αρχαία και μεσαιωνική θεωρία, παρέχει σημαντική εξήγηση η κατάσταση από πλευράς ιστορικών επιδράσεων, από την οποία και προέρχεται η αισθητική του Baumgarten. Διότι ο Baumgarten αντίθετα προς τη μετακαντιανή αισθητική μεταχειρίζεται σε μεγάλη έκταση το σύστημα εννοιών, με το οποίο εκτίθεται στα αρχαία και μεσαιωνικά κείμενα το είδος της προσέγγισης του ωραίου, αν και διαφοροποιεί αυτό το σύστημα και έτσι προετοιμάζει την κατοπινή αντικατάσταση εννοιών με άλλες, ώστε να ανταποκρίνονται στην νέα αντίληψη πραγμάτων. Όσο όμως κι αν αλλάζει η έννοια των λέξεων, η φωνητική τους σύσταση παραμένει αμετάβλητη και το γεγονός αυτό κάνει δυνατή την ενότητα των ιστορικών επιδράσεων, μέσα στην οποία και κινείται πάντοτε ο Baumgarten, και δι΄ αυτής της ενότητας κάνει περαιτέρω δυνατό τον ακριβή προσδιορισμό των πραγματικών μεταλλαγών, δια των οποίων διαφοροποιείται η σύγχρονη αισθητική έναντι της αρχαίας και μεσαιωνικής θεωρίας περί του ωραίου. Ο Baumgarten για να οικοδομήσει τη νέα επιστήμη της αισθητικής, η οποία εγκαινιάζεται με τον ίδιο, ξεκινάει με την διάκριση ανάμεσα σε αισθητική και νοητική επιστήμη, διάκριση που προέρχεται από τους αρχαίους. Κριτήριο της διάκρισης αυτών των δύο γνωσιακών οδών αποτελεί γι΄ αυτόν το γεγονός ότι τα αντικείμενα της αισθητικής γνώσης νοούνται ως συγκεχυμένα, ενώ εκείνα της διανοητικής γνώσης ως σαφώς οριοθετημένα. Ο χαρακτηρισμός μιας γνώσης ως συγκεχυμένης εσήμαινε στον Descartes, Leibniz και Wolff πρωταρχικά ότι το περιεχόμενό της δεν νοείται σαφώς διαφοροποιημένο αλλά συγκεχυμένο, ως κάτι το οποίο φαίνεται να είναι διαφορετικό από τη μια στιγμή στην άλλη και γι΄ αυτό και δεν μπορεί να γνωσθεί με σαφήνεια. Στους ίδιους εντούτοις φιλοσόφους απαντά η άποψη ότι μια συγκεχυμένη γνώση μπορεί κάλλιστα να είναι συγκεκριμένη και πλούσια και έτσι να υπερτερεί του σαφώς οριοθετημένου αλλά αφηρημένου γνωστικού τρόπου του νου. Αυτήν ακριβώς την άποψη ενστερνίζεται ο Baumgarten και αναγνωρίζει μόνο στην αισθητική γνώση τη δυνατότητα να συλλαμβάνει το αντικείμενό της με όλη την πληρότητα της συγκεκριμένης του ολότητας και ενότητας, όσο κι αν η συγκεχυμένη αισθητική γνώση υστερεί σε εννοιακή σαφήνεια. Έτσι εξηγείται πως ο συγκεχυμένος τρόπος της αισθητικής εμπειρίας ενός αντικειμένου είναι συγχρόνως και τρόπος εμπειρίας του ωραίου αυτού του αντικειμένου. Έτσι η αρχαία θεωρία περί του ωραίου γίνεται αισθητική με την ακριβή έννοια του όρου. Το ωραίο έχει λοιπόν το κριτήριο του στη θέαση της εμπειρικής του προσέγγισης. Η μετατόπιση του τόνου εν σχέσει με την αρχαία θεωρία δεν είναι λοιπόν ο χωρισμός αίσθησης και νόησης. Εδώ ο Baumgarten καταφεύγει απερίφραστα στην αρχαιότητα προκειμένου να δικαιολογήσει τη δική του διάκριση ανάμεσα στην αίσθηση και τη νόηση ως αυτοδύναμες δυνάμεις, που είναι οξύτερη απ΄ τη διάκριση των Wolff και Leibniz. Το στοιχείο που είναι περισσότερο νέο στον Baumgarten είναι η νέα ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία το συγκεχυμένο της αισθητικής γνώσης γίνεται εποπτική πληρότητα και η διαφοροποιητική ικανότητα του νου γίνεται αφηρημένη πενιχρότητα της διανοητικής γνώσης. Στο σημείο αυτό ο Baumgarten συμφωνεί βέβαια σε μεγάλο βαθμό με την «φιλοσοφία της συνειδήσεως» που ξεκινάει με τον Descartes, αλλά βρίσκεται σε οξεία αντίθεση με την αρχαία και μεσαιωνική μεταφυσική. Αυτό που λέγει ο Baumgarten για το νου, ότι δηλαδή μπορεί να συλλαμβάνει το αντικείμενό του μόνο κατά τρόπο αφηρημένο, κενό και όχι με συγκεκριμένη ακρίβεια που να διαλαμβάνει όλα τα στοιχεία του, το ίδιο ακριβώς λέγει ο Βοήθιος περί της συγκεχυμένης αισθητικής αντίληψης. Γι΄ αυτόν το συγκεχυμένο της θέασης αποτελεί σημείο της αφηρημένης κενότητας και ανακρίβειας της γνώσης της, ενώ η διαφοροποιητικότητα του νου αποτελεί σημείο της συγκεκριμένης πληρότητας και ακεραιότητας, ήτοι της αρτιότητας της γνώσης του. Αυτή η διαφορετική αξιολόγηση του συγκεχυμένου και της διαφοριστικότητας στο Βοήθιο ανάγεται στη διάκριση που κάνει ο Πλάτων στην Πολιτεία του (523-525) ανάμεσα στην αίσθηση και τη νόηση με τις έννοιες του συγκεχυμένου και κεχωρισμένου που εισήγαγε ο ίδιος, για να περιγράψει το διαφορετικό γνωστικό τρόπο της αίσθησης και της νόησης. Μ΄ αυτές τις έννοιες, οι οποίες εκτός απ΄ τον Αριστοτέλη, τους αρχαίους υπομνηματιστές, τις μεσαιωνικές συνόψεις (Summen), τα υπομνήματα στον Αριστοτέλη των πρώιμων νεοτέρων χρόνων πέρασαν και στη φιλοσοφία της συνείδησης, περιγράφει ο Πλάτων απ΄ τη μια πλευρά την ιδιαιτερότητα που έχει η αίσθηση να συλλαμβάνει το αντικείμενό της όχι όμως στην ταυτότητά του, αλλά σύμμικτο με ξένα διάφορα κάθε φορά στοιχεία, και απ΄ την άλλη πλευρά την ικανότητα του νου να γνωρίζει ένα πράγμα με σαφήνεια και στην ατομικότητα του, όπως δηλαδή είναι καθ΄ εαυτό. Όποιος π.χ. προσπαθεί να γνωρίσει έναν ψαρά, όπως τον εμφανίζουν οι αισθήσεις, ως μία ενιαία δηλαδή ολότητα, θα συλλάβει συγχρόνως, πέρα απ΄ αυτό που κάνει το αισθητό αντικείμενο να είναι ό,τι είναι, δηλαδή στην περίπτωσή μας ψαράς, και πολλά άλλα που δεν έχουν καμιά σχέση με την έννοια του ψαρά, αλλά σχετίζονται μ΄ αυτό το ίδιο αντικείμενο με την έννοια του έμψυχου, του άνθρωπου, του πατέρα, του φιλοσόφου κλπ. Από αναλύσεις αυτού του είδους σχηματίστηκε στην αρχαία και μεσαιωνική μεταφυσική μία θεωρία, η οποία αναγνωρίζει στην αίσθηση ότι ναι μεν αναφέρεται σ΄ ένα συγκεκριμένο πλούσιο αντικείμενο, αλλά βλέπει ότι το έργο της περιορίζεται σε ένα κάπως αφηρημένο επίπεδο. Διότι μόνο η νόηση εξάγει αφαιρετικά μέσα από πολλές παρατηρήσεις εκείνο που ανήκει αποκλειστικά σε ένα πράγμα και το συναρμόζει σε μια ενιαία μορφή, στην οποία αυτές οι παρατηρήσεις —από πλευράς πραγμάτων— ανήκουν και έτσι αυτή μόνη (δηλαδή η νόηση) έχει ενωπίον της το αντικείμενο, ως αυτό που πράγματι είναι, στην πληρότητα δηλαδή των στοιχείων του. Μόνο μ΄ αυτή την έννοια είναι η ιδέα μια πολλαπλή ενότητα που ταυτίζεται με τον εαυτό της, επειδή αποβλέπει στη σύσταση μιας ορισμένης ουσίας. Αυτή η ιδέα εμφανίζεται υπό το πρίσμα της συμφωνίας των μερών και του όλου ως συμμετρία και ωραίο.

Επετηρίδα


1987-1988


Ιστορία της Φιλοσοφίας
Πλατωνική Φιλοσοφία
Αισθητική
Πλάτωνας
Ωραίο


Text

German
Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)