Leibniz, Hume, Aristotle on what is possible

Leibniz, Hume, Aristotle on what is possible

This item is provided by the institution :
Academy of Athens   

Repository :
Research Centre for Greek Philosophy   

see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-SA 4.0

Attribution-NonCommercial-ShareAlike
CC_BY_NC_SA



Leibniz, Hume, Aristotle on what is possible

Αντωνόπουλος, Κωνσταντίνος

Ο Χιούμ, στηριζόμενος στη διαίρεση του Λάιμπνιτς ανάμεσα σε αλήθειες δυνάμει του λόγου και αλήθειες δυνάμει των γεγονότων, διαίρεση για την αντικειμενικότητα της οποίας ο ίδιος ο Λάιμπνιτς είχε εύλογες επιφυλάξεις, διακήρυξε ότι κάθε πρόταση η οποία δεν αντιφάσκει με τον εαυτό της είναι πλήρως δυνατή. Χρησιμοποιώντας αυτό το κριτήριο, το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, είναι συνθήκη απλώς αναγκαία για τη δυνατότητα κάποιου πράγματος και άρα όχι και συνθήκη επαρκής, ο Χιούμ συνεπέρανε ότι οποιαδήποτε πρόταση δεν περικλείει αντίφαση, οσοδήποτε και αν φαίνεται κατά τα άλλα εξωφρενική - π.χ. «ο ήλιος δεν θα ανατείλει αύριο» - εκφράζει μια κανονική δυνατότητα και επ΄ ουδενί μπορεί να προαποκλειστεί. Την ίδια ιδέα επεξέτεινε και στην περίπτωση των αιτιακών κρίσεων (εκφερομένων ως υποθετικών λόγων με υπόθεση και απόδοση - conditionals - ) την υποθετική πρόταση των οποίων μπορεί κανείς να δεχθεί, ενώ την απόδοση όχι, χωρίς ωστόσο να αρθρώσει κάτι το αντιφατικό, δεδομένης της λογικής τους διαφοράς. Συνεπώς και των αιτιακών κρίσεων το αντίθετο θα είναι επίσης δυνατό, και άρα οι ίδιες δεν θα είναι αναγκαίες. Σε αντίθεση με τον Χιούμ παρατηρώ ότι υπάρχουν περισσότερες της μιας έννοιες του δυνατού σ΄ αυτή την υπόθεση, άρρηκτα συνδεδεμένες με το συνολικό πλαίσιο εκφοράς (context), οι οποίες σχεδόν τίποτα το κοινό δεν έχουν μεταξύ τους, και τις οποίες ο Χιούμ συγχέει. Οι προτάσεις (α) Θα έρθω από το σπίτι σου αύριο (β) Ό ήλιος δεν θα ανατείλει αύριο (γ) Τα φαινόμενα δεν έχουν αιτίες στοιχειοθετούν διαμετρικά αντίθετες έννοιες του δυνατού, η (α) εκφράζοντας μία εκ των πραγμάτων δυνατότητα με τετριμμένο ιστορικό προηγούμενο, η (β) μια δυνατότητα χωρίς ιστορικό προηγούμενο, η (γ) μια (τυπική) δυνατότητα όχι απλά χωρίς ιστορικό προηγούμενο αλλά χωρίς καν εποπτειακή αντιστοίχιση με την εμπειρία. Πρόκειται συνεπώς για τρείς εντελώς διαφορετικές έννοιες δυνατότητας επί του προκειμένου και επ' ουδενί λόγω μπορεί πλέον κανείς να βεβαιώσει με την ίδια έννοια, ότι είναι άλλο τόσο δυνατό να έρθω από το σπίτι σου αύριο, όσο είναι δυνατό να μην ανατείλει ο ήλιος αύριο ή όσο είναι δυνατό τα φαινόμενα να μην έχουν αιτίες! Ενώ η στρατηγική του σκεπτικισμού του Χιούμ επιχειρεί να μας αιφνιδιάσει υπαινισσόμενη ότι ουσιαστικά οι δύο δεύτερες έννοιες «δυνατότητας» σε τίποτα δεν διαφέρουν από την πρώτη και άρα βρίσκονται τόσο κοντά στην πραγματοποίηση όσο και αυτή. Με ανάλογο πνεύμα είχε μιλήσει και ο Αριστοτέλης σχετικά με τη δυνατότητα των προτάσεων μελλοντικής αναφοράς. Με το σκεπτικό ότι αυτές μπορούν άλλο τόσο να επαληθευθούν όσο και να διαψευσθούν, διατεινόταν ότι αυτές δεν μπορούν να πάρουν ορισμένη τιμή αλήθειας κατά την στιγμή της εκφοράς τους, γιατί αυτό θα τις καθιστούσε αναγκαίες, αν απλά αληθείς, ή αδύνατες, αν απλά ψευδείς, ενώ θα έπρεπε να είναι οι ίδιες απλά δυνατές. Έτσι ανέστειλε την ισχύ του Νόμου του Αποκλεισμού του Τρίτου για προτάσεις με μελλοντική αναφορά καταλήγοντας και εκείνος στο συμπέρασμα ότι οποιασδήποτε τέτοιας πρότασης το αντίθετο είναι επίσης δυνατό. Συμμαχώντας με τον Λάιμπνιτς καταλήγω στο αντίθετο συμπέρασμα, δηλαδή ότι από δύο αντίθετα ενδεχόμενα μόνον το ένα είναι πραγματικά δυνατό. Φανερά, ο ισχυρισμός του Αριστοτέλη, ότι είναι και τα δύο εξ ίσου δυνατά, άρα ο Νόμος του Αποκλεισμού του Τρίτου δεν ισχύει στην περίπτωσή τους, εκλαμβάνει το ζητούμενο ως δεδομένο, αφού τα δύο αντίθετα ενδεχόμενα θα είναι εξ ίσου δυνατά, μόνον αν έχει ήδη ανασταλεί ο Νόμος του Αποκλεισμού του Τρίτου και, αντίστροφα, μόνον αν αυτά είναι ήδη έξ ίσου δυνατά, θα πρέπει να ανασταλεί ο Νόμος του Αποκλεισμού του Τρίτου. Αναστολή αυτού του Νόμου για προτάσεις μελλοντικής άναφοράς, αφ' ενός, και ίση δυνατότητα αμφοτέρων, αφ' ετέρου, δεν είναι παρά συνώνυμες εκφράσεις επί του προκειμένου, οι οποίες στηρίζονται αμοιβαία μόνον μέσω ενός εμφανούς φαύλου κύκλου. Όταν αυτό το εμπόδιο παραμεριστεί, τότε εύκολα κανείς διακρίνει ότι από δύο αντίθετα ενδεχόμενα μόνον το ένα είναι πραγματικά δυνατό, διότι ασφαλώς δεν μπορούν να είναι εξίσου δυνατά και τα δύο. Δικαίωμα να χρησιμοποιούμε τον όρο «εξ ίσου» έχουμε κανονικά μόνον όταν τα πράγματα, για τα οποία αποφαινόμαστε ότι διαθέτουν κάτι εξ ίσου, μπορούν κατ΄ αρχήν να συγκριθούν. Αλλά πράγματα τα οποία μπορούν να συγκριθούν, είναι πάντοτε πράγματα τα οποία μπορούν να πραγματοποιηθούν ταυτόχρονα. Κάτι δηλαδή το οποίο αποκλείεται εξ ορισμού στην περίπτωση αντιθέτων, και άρα ασυμβίβαστων, ενδεχομένων.

Επετηρίδα


1995-1996


Αριστοτέλης
Ιστορία της Φιλοσοφίας
Leibniz
Hume
Δυνατό
Αριστοτελική Φιλοσοφία



Text

Greek
English




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)