Μέσα σε ένα μαύρο, ενιαίο φόντο –χαρακτηριστικό γνώρισμα της χαρακτικής δημιουργίας της Άριας Κομιανού (1938-2015)– διακρίνεται ένα ανοιχτόχρωμο παραλληλόγραμμο. Προσεκτικότερη παρατήρηση φανερώνει ότι πρόκειται για ένα μισάνοιχτο παράθυρο: το δεξιό του φύλλο, με τρία διάχωρα, είναι κλειστό, ενώ το αριστερό έχει ανοίξει, αποκαλύπτοντας τον πρασινωπό χώρο της έξω φύσης. Το σχέδιο είναι λιτό, αφαιρετικό και αποδομένο με τρόπο σχηματικό. Η γραφή της Κομιανού είναι ρέουσα, με έμφαση στην καμπύλη, στοιχείο που δίνει στην ξυλογραφική πλάκα ιδιαίτερη ελαστικότητα. Τα χρώματα (μαύρο, χοντροκόκκινο, λαδί και λευκό) τοποθετούνται πάνω στην επιφάνεια καθαρά, πλακάτα. Χάρη στην απλότητά του, χάρη στην υποβλητική ένταση του μαύρου που αντιπαραβάλλεται με το φωτεινό άνοιγμα, το έργο αποκτά έναν σαφή αλλά ιδιαίτερο συμβολικό χαρακτήρα: τονίζει την ιδέα της απόδρασης, την έννοια της φυγής από μια μίζερη πραγματικότητα προς ένα καλύτερο μέλλον. Η Κομιανού, κερκυραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1960-1969), με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Γραμματόπουλο. Μία από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες δημιουργούς των τελευταίων δεκαετιών, με πλούσιο και σημαντικό χαρακτικό έργο και διεθνή παρουσία, το 2013 δώρισε την οικία της στην Κέρκυρα προκειμένου να στεγάσει το Ίδρυμα Χαρακτικής που φέρει το όνομά της.
(EL)