Κατά τη διάρκεια της Απριλιανής Δικτατορίας (1967-1974) ο Τάσσος (Αλεβίζος, 1914-1985) στράφηκε εκ νέου στην πολιτικοποιημένη τέχνη. Συνοψίζοντας τις έως τότε κατακτήσεις του και αλλάζοντας την κλίμακα της δουλειάς του, έδωσε μνημειακά χαρακτήρα με ένα πάνθεον αγωνιστών για την ελευθερία και τους λαϊκούς αγώνες: οι σκλάβοι, οι Τυραννοκτόνοι, πρόσωπα από τον αντιδικτατορικό αγώνα όπως ο Κωνσταντίνος Γεωργάκης ή ο συνταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής, και βέβαια, η μεγάλη σειρά χαρακτικών με τον Τσε Γκεβάρα σηματοδοτούσαν την εμφατική επιστροφή του καλλιτέχνη σε μια βαθιά κοινωνική τέχνη. Η αρχή είχε γίνει, βέβαια, με τον κύκλο Εμφύλιος Πόλεμος το 1961. Η συγκεκριμένη παράσταση αποτελεί τμήμα της ευρύτερης σύνθεσης χαρακτικών με θέμα τον θάνατο του Τσε Γκεβάρα. Ο Τάσσος απεικονίζει τον νεκρό αγωνιστή γυμνό και ξαπλωμένο. Τον αποδίδει ως μάρτυρα και, όχι τυχαία, χρησιμοποιεί ως εικονογραφικό πρότυπο τον νεκρό Χριστό από τον Επιτάφιο Θρήνο, επιτείνοντας ακριβώς τη σύνδεση της χαρακτικής του με τη βυζαντινή ζωγραφική. Εκατέρωθεν του νεκρού Τσε τοποθετούνται οι αρχάγγελοι με τα πολυβόλα αλλά και οι γυναίκες που θρηνούν. Ο βαρύς πόνος, με δυο μεγαλύτερες γυναίκες να συγκρατούν και να παρηγορούν μια νέα κοπέλα που καταρρέει στην αγκαλιά τους, είναι μία από τις πιο γνωστές συνθέσεις του κύκλου. Ο Τάσσος τεχνηέντως εγγράφει τις μορφές σε ένα στενόμακρο, καμπύλο στην κορυφή σχήμα, που θυμίζει εικόνα τέμπλου. Και οι γυναίκες, με τα μαντήλια στα μαλλιά, παραπέμπουν περισσότερο σε Μυροφόρες, παρά γυναίκες του 20ού αιώνα. Μόνο η νέα, με τα πλούσια, λυτά μαλλιά της, ανακαλεί το σήμερα και, κυρίως, το αύριο των κοινωνικών αγώνων, που θα βγουν μέσα από τη θλίψη και την οργή. Ο Τάσσος αποδίδει τις μορφές του βασισμένος, ουσιαστικά, στην αντίθεση του λευκού και του μαύρου, με τη χρήση βαθιών χαράξεων (που δίνουν τα λευκά στην εκτύπωση) αλλά και μια μεταφυσική διάσταση στον χειρισμό του φωτός.
(EL)