Το θέμα των λουόμενων γυναικών εντοπίζεται στην τέχνη ήδη από την περίοδο της Αναγέννησης, με φανερή την καταγωγή του από την αρχαιότητα και την εικονογραφία της Άρτεμης και των νυμφών. Αποτέλεσε, ωστόσο, δημοφιλές θέμα μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα, καθώς προσέφερε στους καλλιτέχνες τη δυνατότητα συνδυασμού του φυσικού τοπίου με το γυμνό γυναικείο σώμα. Στη συγκεκριμένη εικόνα, προσχέδιο προφανώς για κάποια μεγαλύτερη σύνθεση, ο Βάλιας Σεμερτζίδης (1911-1983) εικονίζει τρεις γυναίκες που κάνουν μπάνιο σε μια βραχώδη ακτή. Μία είναι μισοξαπλωμένη στην ακτή – ουσιαστικά στον τύπο της ανακεκλιμένης Αφροδίτης. Η δεύτερη στηρίζεται σε έναν βράχο στα δεξιά και η τρίτη διακρίνεται μισοβυθισμένη στο νερό. Ένας σκούρος, λίθινος όγκος ορθώνεται στα αριστερά της σύνθεσης κρύβοντας τις νέες από τα αδιάκριτα βλέμματα, ενώ πίσω απλώνεται η θάλασσα. Το σχέδιο του Σεμερτζίδη είναι αφαιρετικό, οι μορφές του σχηματοποιημένες και αρκετά γεωμετρικές, με ανατομικές υπερβάσεις και παραμορφώσεις. Οι βράχοι του τοπίου είναι, επίσης, φιλοτεχνημένοι με αντίστοιχο τρόπο. Το έργο χρονολογείται στα μέσα της δεκαετίας του 1930, προτού δηλαδή ο Σεμερτζίδης αποφοιτήσει από την ΑΣΚΤ. Διακρίνεται, λοιπόν, στο σχέδιο η έντονη επίδραση του δασκάλου του, Κωνσταντίνου Παρθένη. Μια βασική διαφορά, ωστόσο, που μπορεί κανείς να εντοπίσει μεταξύ δασκάλου και μαθητή ήδη σε αυτό το πρώιμο έργο είναι πως ο νεαρός ζωγράφος δεν εξαϋλώνει τις μορφές του, δεν τις διαλύει, μετατρέποντάς τες σε οπτασίες, όπως ο Παρθένης. Γωνιώδεις και αλλόκοτες, μολαταύτα οι γυναίκες του Σεμερτζίδη είναι πραγματικές, έχουν σωματικότητα και αποπνέουν ερωτισμό.
(EL)