Το έργο εικονίζει μια γοργόνα σε ένα θαλάσσιο περιβάλλον. Η μορφή χαρακτηρίζεται από τα μακριά μαλλιά και την ιδιαίτερη αμφίεση (αφού η ζωγράφος έχει επιλέξει να την αποτυπώσει ντυμένη και όχι ημίγυμνη, όπως συνηθίζεται παραδοσιακά να εικονίζονται οι γοργόνες). Φορά ένα είδος κάπας που καλύπτει το κεφάλι. Δίπλα, υψώνεται ένα λουλούδι. Η σύνθεση διακρίνεται για την επικράτηση ψυχρών τόνων του μπλε, οι οποίοι ενισχύονται από θερμά κόκκινα και κίτρινα. Το πρόσωπο της γοργόνας, τέλος, αποδίδεται με γήινες αποχρώσεις σε μια σκεπτική έκφραση. Η Καλιρρόη Μαρούδα (γ. 1958) σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1986-1990) ζωγραφική με τον Δημήτρη Μυταρά (1934-2017), Σκηνογραφία με τον Βασίλλη Βασιλειάδη (1927-1991). Για το έργο της έχει γραφτεί πως κινείται: «Ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο […]. Χώροι αέρινοι, υγροί και διαφανείς και μέσα σ’ αυτούς γυναίκες αγγυλωτικά κλεισμένες. Ένα ενυδρείο, ένας ψεύτικος βυθός, ένας εικονικός κόσμος, φτιαγμένος από άλλους. Ένας κόσμος της φαινομενικής ευμάρειας. Εγκλωβισμένες ή από επιλογή, οι πρωταγωνίστριες ζουν παγιδευμένες στη φαινομενικότητα μιας λούστρινης εικόνας. Είναι αυτή η απόλυτη ομορφιά που βγάζει σπαραγμό».
(EL)