Μακεδονική αρχιτεκτονική

Αρχοντικά της Μακεδονίας του 17ου-19ου αι
Προοπτικό όψεως, Καστοριά,  Πασχαλίδου- Μωρέτη Αλεξάνδρα, CC BY 4.0
Ιστορική & Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος (EIM)

Στα τέλη του 17ου με αρχές 18ου αιώνα στη Μακεδονία, συντελείται μια οικονομική αναγέννηση. Πόλεις όπως η Καστοριά, η Σιάτιστα και η Βέροια ανθίζουν, και η νέα τάξη εμπόρων και βιοτεχνών, θέλοντας να δείξει την ευμάρειά της, επιδίδεται στην ανέγερση περίτεχνων αρχοντικών. Οι πλούσιοι, μορφωμένοι μεγαλοαστοί, φορείς προοδευτικών ευρωπαϊκών ιδεών και βυζαντινών μνημών, αλλά και ανοικτοί σε οθωμανικές επιρροές, αναθέτουν σε ικανά ισνάφια, συντεχνίες εξειδικευμένων μαστόρων, την κατασκευή αρχοντικών, ενώ οι έμποροι και βιοτέχνες αντίστοιχα, “νοικοκυρόσπιτων”. Η μακεδονίτικη αρχιτεκτονική γεννιέται και αργότερα επεκτείνεται και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως στην Πελοπόννησο και στα νησιά.

Το αρχιτεκτονικό ιδίωμα των αρχοντικών αυτών συγκεράζει τόσο τη Βυζαντινή κληρονομιά των πυργόσπιτων, απόγονων του στρατιωτικού πύργου, με στοιχεία του λεγόμενου οθωμανικού μπαρόκ , και με ορισμένα μορφολογικά στοιχεία από την αρχαία ελληνική κατοικία, όπως το αίθριο.

Χαρακτηριστικά της μακεδονικής αρχιτεκτονικής είναι το σαχνίσι, σαχνισιά ή σαχνισί, ένα έρκερ που στηρίζεται σε επιπλέον δοκούς και το χαγιάτι, ένας ημιυπαίθριος χώρος ως προέκταση της κύριας κατοικίας, ο οποίος ήταν ο εξωστρεφής χώρος του σπιτιού. Οι οντάδες ήταν προσωπικά δωμάτια, για ύπνο, αποθήκευση αντικειμένων, φύλαξη ρουχισμού και στρωσιδιών. Από τον οντά, συχνά άρχιζε μια στενή απότομη σκάλα που ανέβαινε σε ένα μικρό χώρο πάνω από την μουσάντρα, το δίπατο. Το δίπατο πάντα σχεδόν είχε δρύφρακτα, δηλαδή καφασωτά, τα οποία “έβλεπαν” στους οντάδες και στη σάλα, ένα είδος γυναικωνίτη, από όπου οι ανύπαντρες μπορούσαν να παρακολουθούν διακριτικά τους μουσαφίρηδες.

Σε πολλές κατοικίες, οι χώροι διακρινόταν σε χειμερινούς και θερινούς. Συχνά, στα κατώτερα επίπεδα (μεσοπάτωμα) διατάσσονταν τα χειμερινά δωμάτια, επειδή οι χώροι ήταν μικρότεροι, χαμηλοτάβανοι, με λιγότερα ανοίγματα και παχύτερους τοίχους. Αντίθετα, στο επάνω πάτωμα, όπου οι τοίχοι ήταν λεπτότεροι, ανοιγόταν ένα πλήθος από παράθυρα και οι χώροι χρησίμευαν για την θερινή διαμονή, τις γιορτές και τις χαρές της οικογένειας.

Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν ήταν απλά -ξύλο, λάσπη και πέτρα για τις ορεινές και ημιορεινές περιοχές και ωμόπλινθοι για τις πεδινές. Οι μορφές των κτιρίων ενσωματωνόταν αρμονικά στο γύρω περιβάλλον, ενώ η διάταξή τους στο χώρο, όπως και η επιλογή της χωροθέτησης των οικισμών, γινόταν με κριτήρια το φυσικό ανάγλυφο, τον προσανατολισμό, τη θέα και καθοριστικούς κοινωνικούς λόγους.

Η θεματική έκθεση παρουσιάζει αρχιτεκτονικά και ζωγραφικά σχέδια, κατόψεις, λεπτομέρειες διακόσμησης και φωτογραφικά ντοκουμέντα από αρχοντικά της Μακεδονίας του 17ου-19ου αι. Το υλικό είχε αποτυπώσει ομάδα νέων αρχιτεκτόνων και καλλιτεχνών υπό την εποπτεία του καθηγητή Δημήτρη Πικιώνη µέσω του Συλλόγου της Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Εκτός της επιστημονικής τους αξίας, τα σχέδια είναι από μόνα τους έργα τέχνης- έργα γνωστών δημιουργών όπως οι αρχιτέκτονες Δημήτρης Μωρέτης, Αλεξάνδρα Πασχαλίδου-Μωρέτη και οι ζωγράφοι Νίκος Εγγονόπουλος και Γιάννης Τσαρούχης.

Ανακαλύψτε τα  τεκμήρια της θεματικής έκθεσης