Το τελεσίγραφο που επιδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη Εμανουέλε Γκράτσι στην οικία του Ιωάννη Μεταξά στην Κηφισιά, τα χαράματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των Ιταλικών στρατευμάτων από το ελληνικό έδαφος, με σκοπό την κατάληψη στρατηγικών θέσεων στο πλαίσιο του πολέμου που ήδη συγκλόνιζε την Ευρώπη. Η απάντηση υπήρξε αρνητική.
«Ἕλληνες,
τώρα θα αποδείξωμεν εἰ ἤμεθα ἄξιοι τῶν προγόνων μας καὶ τῆς ἐλευθερίας, τὴν ὁποίαν μᾶς ἐξησφάλισαν οἱ προπάτορές μας. Ὅλον τὸ Ἔθνος ἀς ἐγερθῇ σύσσωμον, ἀγωνισθῆτε διὰ τὴν Πατρίδα, τὰς γυναῖκας, τὰ παιδιά σας, καὶ τὰς ἱερὰς μας παραδόσεις. Νῦν ὑπὲρ πάντων ὁ ἀγών.»
— Ιωάννης Μεταξάς
Η άρνηση της υποταγής συμπύκνωσε το κοινό αίσθημα του ελληνικού λαού — ένα συναίσθημα που αποτυπώθηκε αμέσως στον Τύπο της εποχής με μία λέξη: «ΟΧΙ».
Από το φθινόπωρο του 1940 έως το καλοκαίρι του 1941, ο πόλεμος αυτός ξεπέρασε τα όρια των μαχών. Το μέτωπο επεκτάθηκε στην κοινωνία, στη γλώσσα και στη φαντασία: σε κάθε μορφή τέχνης και επικοινωνίας, από τις γελοιογραφίες και τις παρτιτούρες μέχρι τις αφίσες και τα εφήμερα τεκμήρια της καθημερινότητας.
Την ίδια μέρα της κήρυξης του πολέμου ξεκινά από τα Προπύλαια αυθόρμητη φοιτητική διαδήλωση προς το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Κατόπιν κατεβαίνει τη Σταδίου και προχωρά προς το Πολυτεχνείο και προς την Casa d’ Italia.
Η πατριωτική συγκίνηση μετατρέπεται σε δημιουργική έκρηξη. Οι γελοιογράφοι και οι εικονογράφοι σκιτσάρουν με καυστικό χιούμορ τον φασισμό, ζωγράφοι και φωτογράφοι στο μέτωπο αποτυπώνουν σκηνές θάρρους και συλλογικού ήθους. Οι φοιτητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών —ο Τάσσος, η Κατράκη, ο Γραμματόπουλος— τυπώνουν πατριωτικές αφίσες που γίνονται σύμβολα ενός λαού που αντιστέκεται με εικόνες και ιδέες.
Το Μάρτιο του 1941 η Κεντρική Διοίκηση της Εθνικής Οργανώσεως Νεολαίας (ΕΟΝ) οργανώνει καλλιτεχνική έκθεση µε εντυπώσεις από το αλβανικό µέτωπο των Ουµβέρτου Αργυρού, Πάνου Ευθυµιάδη και Χάρη Παπαχαραλάµπους, στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός». Στη μάχη μπαίνει και το θέατρο σκιών με Καραγκιόζη, ενώ τραγούδια και επιθεωρήσεις διακωμωδούν τους Ιταλούς φασίστες.Η μουσική, το θέατρο και το ραδιόφωνο συνθέτουν τον ήχο του αγώνα. Πατριωτικά τραγούδια και επιθεωρήσεις σατιρίζουν τον εχθρό, ανανεώνοντας το ηθικό του λαού. Οι στρατιώτες, στα βουνά και στα χαρακώματα, γράφουν, τραγουδούν, κρατούν σημειώματα και φυλλάδια — μικρά τεκμήρια ελπίδας μέσα στην αγριότητα του πολέμου.
Η τέχνη δεν εξωραΐζει τη σύγκρουση· τη μεταποιεί σε ενότητα, μνήμη και πίστη. Μέσα από τον Τύπο, την εικόνα, το τραγούδι και το σκίτσο, ο πολιτισμός γίνεται η άλλη όψη της αντίστασης, ένα μέτωπο ψυχικό και αισθητικό.
Η θεματική έκθεση «Εικόνες του ’40: Πολιτισμός και Πατριωτική Έκφραση» φωτίζει αυτόν τον ευρύ πολιτισμικό απόηχο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Μέσα από έργα τέχνης, αφίσες, εφήμερα, παρτιτούρες και γελοιογραφίες, ιχνηλατεί πώς οι Έλληνες καλλιτέχνες και πολίτες μετέγραψαν τον πόλεμο σε εικόνα, ήχο και λόγο.
Δεν πρόκειται για αφήγηση μαχών, αλλά για πορτρέτο μιας κοινωνίας που πολεμούσε και δημιουργούσε ταυτόχρονα· ενός λαού που απάντησε στη βία με τέχνη, στον φόβο με τραγούδι, και στην απειλή με φαντασία και ενότητα.
Η θεματική έκθεση περιλαμβάνει τεκμήρια από τους εξής φορείς: