Η Ελένη Κωνσταντινίδη (1910-1988) γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην ΑΣΚΤ (1929-1934), ζωγραφική στο εργαστήριο του Κ. Παρθένη και χαρακτική κοντά στον Γιάννη Κεφαλληνό. Ως χαράκτρια, ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την ξυλογραφία και υπήρξε μια από τις πιο καινοτόμες και τολμηρές Ελληνίδες δημιουργούς της μεσοπολεμικής περιόδου. Συμμετείχε μάλιστα, στην Ένωση Ελεύθεροι Καλλιτέχναι και στη Ομάδα Ελλήνων Ζωγράφων Χαρακτών αναπτύσσοντας πλούσια εκθεσιακή δράση. Μετά τον Πόλεμο εγκατέλειψε σταδιακά τη χαρακτική και εργάστηκε περισσότερο ως ζωγράφος. Το ύφος αρχικά επηρεάστηκε από τον εξπρεσιονισμό, με έντονες σχηματοποιήσεις και παραμορφώσεις, ιδίως στα χαρακτικά της έργα. Από το 1960 και μετά, όμως, υιοθέτησε μια αντίληψη που την έφερε προς την αφαίρεση. Σε αυτό το πνεύμα κινείται η σύνθεση με τίτλο Καΐκια που ανήκει στην ώριμη φάση της εργασίας της και πιθανότατα είχε εκτεθεί στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του 1960, στο Ζάππειο (αρ. κατ. 836). Η Κωνσταντινίδη χρησιμοποιεί τη μαύρη χαρακτική επιφάνεια ως έναν ενιαίο, ακαθόριστο χώρο, μέσα από τον οποίο προβάλλονται οι αφαιρετικές μορφές της: με απλές, λευκές γραμμές –που λειτουργούν εντέλει σαν ακμές φωτός– αποκαλύπτει τις φόρμες των πλοιαρίων και των ιστίων τους που συμπλέκονται σε έναν ρυθμικό χορό καμπύλων και κάθετων γραμμών. Ζητούμενο δεν είναι εδώ η μίμηση της πραγματικότητας, αλλά η ποιητική ερμηνεία της με αμιγώς σχεδιαστικά μέσα, χωρίς να υποβαθμίζεται η σημασία της άρτιας τεχνικής της χάραξης.
(EL)