Ο πίνακας εικονίζει μια άποψη της πλατείας Βάθης στα μέσα του 20ού αιώνα. Το πρώτο επίπεδο καταλαμβάνουν αυτοκίνητα και φορτηγά. Μερικοί άνθρωποι κυκλοφορούν μεταξύ των αμαξιών και των κτηρίων με τις τούβλινες σκεπές που καλύπτουν το μέσο του πίνακα και διαχωρίζουν ουσιαστικά τον χώρο στάθμευσης των αυτοκινήτων και των νέων ψηλών κτηρίων στο βάθος. Η πλατεία παρουσιάζεται ζωντανή με κόσμο να διασχίζει τους δρόμους. Ο Βασίλης Σπηλιωτόπουλος (1902-1979) ήταν μαθητής του Φρίξου Αριστέα (1879-1952) και αρχικά μπορεί να υιοθέτησε ένα ιμπρεσιονιστικό ύφος, όμως σταδιακά πέρασε στον εξπρεσιονισμό και την αφαίρεση για να επιστρέψει στον εξπρεσιονισμό τη δεκαετία του 1960. Στην πλατεία Βάθης παρατηρείται η ρευστή γραμμή, το έντονο χρώμα, οι διακριτές πινελιές. Ο ζωγράφος επικεντρώθηκε σε θέματα τοπιογραφίας και εικόνες από την καθημερινή ζωή. Το έργο συνδυάζει αυτές τις δύο θεματικές αφού ο Σπηλιωτόπουλος έχει συλλάβει μεν το αστικό τοπίο αλλά μέσα από τη στιγμή της καθημερινότητας, αφού η ανθρώπινη παρουσία ζωντανεύει τη σκηνή. Το έργο εκτέθηκε στην Στ΄ Πανελλήνιο Καλλιτεχνική Έκθεση, το 1960.
(EL)