Ο Γιώργος Μανουσάκης (1914-2003) γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης και σπούδασε στην ΑΣΚΤ (1934-1939) με δασκάλους τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Τα χρόνια της Κατοχής ασχολήθηκε με τη χαρακτική όμως μετά τον Πόλεμο στράφηκε εκ νέου στη ζωγραφική. Επέδειξε ιδιαίτερη προτίμηση στις ελαφρές ύλες, υλικά δηλαδή όπως η υδατογραφία και η τέμπερα, ενώ σε θεματικό επίπεδο τον απασχόλησαν έντονα η τοπιογραφία και κυρίως τα λαϊκά σπίτια, τα μικρά μαγαζιά, εσωτερικά αλλά νεκρές φύσεις με μικροαντικείμενα. Συχνά περιδιάβαινε την εξοχή της Αττικής μόνος ή με φίλους, όπως ο γλύπτης Κλέαρχος Λουκόπουλος, για να ζωγραφίσει. Μάλιστα, το 1951 οι δυο φίλοι βρέθηκαν μαζί στην Πάτμο, όπου αποτύπωσαν απόψεις του οικισμού και μικρά λαϊκά μαγαζιά. Από αυτή την περίοδο προέρχεται και η σύνθεση Ταβέρνα στη Σαλαμίνα. Ο ζωγράφος, υιοθετώντας μια σχεδόν φωτογραφική στη σύλληψή της σύνθεση, εικονίζει τον εξωτερικό χώρο μιας ταβέρνας και συγκεκριμένα ένα τραπέζι με δύο καρέκλες, τη μία άδεια και την άλλη, στα αριστερά, με έναν γέροντα να πίνει καφέ. Παρά το γρήγορο και γενικευτικό σχέδιο, ο Μανουσάκης μένει σε μια μάλλον ρεαλιστική προσέγγιση του ταπεινού, καθημερινού θέματός του. Αντίστοιχα χειρίζεται και το διάφανο χρώμα της υδατογραφίας: θερμοί τόνοι του καφέ και της ώχρας διαμορφώνουν τον χώρο και τη μορφή. Το έργο εγγράφεται μέσα στο κλίμα για ανακάλυψη της παράδοσης και του λαϊκού πολιτισμού, για το ενδιαφέρον για τον λαϊκό άνθρωπο. Ωστόσο, δεν έχουμε εδώ την τόσο εμφανή μίμηση των εκφραστικών τύπων του παρελθόντος όσο την αγάπη για την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων της υπαίθρου.
(EL)