Σύμφωνα με το λεξικό, το επιφώνημα αχ δηλώνει ποικίλα συναισθήματα, ανάλογα μ το νόημα του λόγου, τον τόνο και τον χρωματισμό της φωνής, όπως χαρά, ευχαρίστηση, θαυμασμό, ικανοποίηση, επιθυμία, αλλά και ξάφνιασμα, απόγνωση, και ακόμη την ανεκπλήρωτη επιθυμία. Στο έργο (κατασκευή) της Άσπας Στασινοπούλου (1935-2017) με τίτλο απλώς «Αχ» εικονίζεται πάνω σε μία μεταλλική επιφάνεια μια καρδιά δουλεμένη με παστέλ και κάρβουνο που περικλείεται από λευκό και κίτρινο σωλήνα νέον. Καθίσταται, λοιπόν, αμέσως σαφές πως το επιφώνημα συνδέεται εδώ με τον έρωτα, με τον αναστεναγμό της, ίσως ανεκπλήρωτης, αισθηματικής επιθυμίας. Και η δημιουργός εκμεταλλεύεται το αφηρημένο σύμβολο της καρδιάς, το οποίο εντάσσει σε ένα σαφώς αντισυμβατικό πλαίσιο (τη σκουριασμένη λαμαρίνα) αλλά υπενθυμίζοντας τη χρήση του ως φωτεινού σήματος: σαν πινακίδα καταστήματος ή σαν διαφημιστικό λογότυπο. Ανατρεπτική είναι και η χρήση της χειρονομιακής γραφής, καθώς νευρικές γραμμές μαύρου, μωβ και γαλάζιου χρώματος με παστέλ και κάρβουνο μπλέκονται δίνοντας ζωγραφική αίσθηση πάνω στο αφιλόξενο, ζωγραφικά, μέταλλο. Το αποτέλεσμα είναι μια μάλλον χιουμοριστική εικονογραφία του έρωτα, που βγαίνει από τα εφηβικά τετράδια και γίνεται μνημειακή δήλωση, τονισμένη από το φως νέον. Η Στασινοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Ecole des Beaux Arts του Παρισιού το διάστημα 1959-1963. Μετά το ξέσπασμα της Δικτατορίας έζησε στη Γαλλία και, από το 1969, στο Λονδίνο. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974 και αναδείχθηκε σε μια από τις βασικότερες εκπροσώπους της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας στην εικαστική σκηνή της Αθήνας, δουλεύοντας με συναρμογές, κατασκευές και αργότερα, εγκαταστάσεις και εικαστικά δρώμενα.
(EL)