Η μελέτη του γυμνού ανθρώπινου σώματος (αντρικού και γυναικείου) υπήρξε καθοριστική για τη διδασκαλία της ζωγραφικής και της γλυπτικής ήδη από την περίοδο της Αναγέννησης, ιδίως από τον 18ο αιώνα και εξής, όταν συστηματοποιήθηκε ο θεσμός της Ακαδημίας, όπου οι επίδοξοι εικαστικοί καλλιτέχνες διδάσκονταν τις βασικές αρχές του σχεδίου, της σύνθεσης, του χρώματος κ.λπ. Τα σχέδια γυμνού με κάρβουνο αποτέλεσαν τον ακρογωνιαίο λίθο αυτού του εκπαιδευτικού συστήματος και ονομάστηκαν, όχι τυχαία, «ακαδημίες». Σε αυτή την «ακαδημία» του Εμμανουήλ Ζέπου (1905-1995) εικονίζεται από την πρόσθια όψη ένας νέος άντρας καθιστός σε σκαμνί. Φέρνει το δεξί του χέρι μπροστά από τον κορμό του, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο έναν επιπλέον άξονα στη στάση του σώματός του και μια σειρά από προβλήματα προοπτικής που ο σπουδαστής καλείται να διαχειριστεί στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Το σώμα πλάθεται με ρέουσες, καμπύλες γραμμές και αποκτά όγκο χάρης τις μαλακές φωτοσκιάσεις παραπέμποντας στο πνεύμα της διδασκαλίας του Νίκου Λύτρα και του Γεωργίου Ιακωβίδη, δασκάλων του νεαρού Ζέπου στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ο Ζέπος, ζωγράφος και χαράκτης με σημαντικό έργο, είχε γεννηθεί στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας. Αποφοίτησε από Σχολή το 1926,όπου είχε δασκάλους τους Νικόλαο Λύτρα, Σπύρο Βικάτο και Γεώργιο Ιακωβίδη, όμως αργότερα παρακολούθησε και το εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη, η διδασκαλία του οποίου τον επηρέασε καθοριστικά, ιδίως κατά τον Μεσοπόλεμο.
(EL)