Ένα μπουκέτο από πολύχρωμα άνθη, μαργαρίτες διαφόρων ειδών, καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσης. Τα έντονα κόκκινα, πορτοκαλί και ροζ-ιώδη χρώματα προβάλλονται εμφατικά μπροστά από το ανοιχτόχρωμο μπεζ-γαλάζιο φόντο, ενώ τα πράσινα φυλλώματα περιορίζονται σε επικουρικό συνθετικά και χρωματικά ρόλο εξισορροπώντας την κυριαρχία των θερμών τόνων. Η ανθογραφία αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές υποενότητες της θεματικής της νεκρής φύσης, έχει δε απασχολήσει στο παρελθόν σημαντικούς καλλιτέχνες, ιδίως την περίοδο του Μπαρόκ. Κατεξοχήν εργαστηριακό θέμα, λειτουργεί ως πεδίο μελέτης του φωτός και των χρωμάτων, και με αυτή την αντίληψη το χρησιμοποιεί και εδώ η Κούλα Μπεκιάρη (1905-1992), σε έναν πίνακα που θα μπορούσε να χρονολογηθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Η ζωγράφος μελετά ουσιαστικά την επίδραση του φυσικού φωτός πάνω στα λουλούδια αλλά και στον περιβάλλοντα χώρο, δημιουργώντας σχέσεις που προϋποθέτουν τη γνώση του ιμπρεσιονισμού και των μεταϊμπρεσιονιστικών κινημάτων. Η νεκρή φύση απασχόλησε, σαν θεματική, ιδιαίτερα την Μπεκιάρη, μια σημαντική δημιουργό των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, που έκανε ελεύθερες σπουδές κοντά στους Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη και Γιώργο Βελισσαρίδη. Η εργασία της, στη ζωγραφική, ξεκίνησε από τον ιμπρεσιονισμό, για να οδηγηθεί σταδιακά στον εξπρεσιονισμό και την αφαίρεση διατηρώντας όμως μια λυρική και ποιητική διάσταση.
(EL)