Η ζωγράφος Κούλα Μπεκιάρη (1905-1992) γεννήθηκε στην Αθήνα και πήρε τα πρώτα καλλιτεχνικά μαθήματα από τη γλύπτρια μητέρα της, Άννα. Πραγματοποίησε, επίσης, σπουδές στη ζωγραφική με τον Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη και στη χαρακτική με τον Γιώργο Βελισσαρίδη, οι οποίοι επηρέασαν στην εργασία της τουλάχιστον έως τις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν κατάκτησε ένα πολύ πιο προσωπικό ύφος, με έμφαση στην εξπρεσιονιστική χρήση του χρώματος και τη ροπή προς την αφαιρετική διατύπωση. Ο συγκεκριμένος πίνακας, που εικονίζει ένα πυκνό δάσος μέσα στο οποίο κινούνται περιπατητές, θα πρέπει να χρονολογηθεί στα χρόνια του 1950. Εκείνη την περίοδο το τοπίο και ειδικά τα ψηλά δέντρα, τα πάρκα και το δάσος αποτέλεσαν θέμα που επέστρεφε συχνά-πυκνά στη ζωγραφική της. Η σύνθεση είναι σχετικά απλή: την πρώτη ζώνη καταλαμβάνει το έδαφος, κατάφυτο από αγριόχορτα. Το μεγαλύτερο τμήμα της εικόνας καταλαμβάνουν οι ψηλοί κορμοί, σε μια πυκνή ανάπτυξη, ενώ οι μικρές μορφές που περπατούν ανάμεσά τους μοιάζουν να χάνονται σε ένα αφιλόξενο τοπίο. Μόνο τα φυλλώματα, στην κορυφή, με τα φωτεινά τους χρώματα, απαλύνουν κάπως την ανησυχητική αίσθηση που καλλιεργεί το τοπίο. Το αφαιρετικό σχέδιο και το πλούσιο, ανάγλυφο χρώμα προδίδουν τις εξπρεσιονιστικές αναφορές της Μπεκιάρη, που με την έμφαση στον παράγοντα του φωτός κατορθώνει τελικά να δώσει στο σύνολο την αισιόδοξη διάθεση μιας ανοιξιάτικης εκδρομής.
(EL)