Ο Ευριπίδης έγραψε τις Τρωάδες για να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των συμπολιτών του και να τους αποτρέψει από
τον καταστροφικό παραλογισμό του πολέμου. Το έργο ανέβηκε την άνοιξη του 415 π.χ., στα πλαίσια των
Μεγάλων Διονυσίων, λίγους μήνες μετά από τη σφαγή των ανδρών της Μήλου και το ξερίζωμα των
γυναικοπαιδών από το νησί, που έγινε από τους Αθηναίους για να τιμωρήσουν την ουδετερότητα των κατοίκων στον
Πελοποννησιακό πόλεμο.
Μέσα από το έργο του ο ποιητής ακολουθεί την ανέλπιδη μοίρα των γυναικών της εκπορθημένης Τροίας, μοίρα κοινή
για όλες τις γυναίκες που αποτελούν λάφυρο ενός πολέμου.
Τα πλοία των Αχαιών, παραταγμένα στο λιμάνι, ανοίγουν πανιά για το νικητήριο ταξίδι της επιστροφής των στρατηγών,
ενώ οι νικητές θα παίξουν των τελευταία πράξη ενός πολέμου που προκάλεσε μια γυναίκα, η Ελένη, μια θεά, η Αφροδίτη,
και ένα πάθος, η Αφροσύνη.
Το έργο έχοντας σαν κεντρικό πρόσωπο τη γυναίκα (μάνα, σύζυγο, κόρη, αδερφή, ερωμένη) την αναδεικνύει σε
παγκόσμιο σύμβολο - θύμα της βαρβαρότητας του πολέμου.
Η μοίρα της Εκάβης, είναι μοίρα ίσα μοιρασμένη με τις άλλες Τρωαδίτισσες, που ως τρόπαια πολέμου πρέπει να
αποχαιρετήσουν για πάντα τη γενέθλια γη, τη δίκιά τους Τροία που χάνουν.
Ο στοχασμός του Ευριπίδη αποκτά σήμερα μια συνταρακτική διαχρονικότητα, καθώς ο θρηνητικός λόγος των γυναικών
-Τρωάδων, διαπερνά το κέλυφος αιώνων και κατορθώνει να ηχήσει σαν ένα παγκόσμιο πανανθρώπινο τραγούδι ενάντια
στον πόλεμο και τη βία.