Οι "Αχαρνής" του Αριστοφάνη διδάχτηκαν το 425 π.Χ., έξι χρόνια μετά την έναρξη του Πελοποννησιακού
Πολέμου (431 η.χ.). Οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοί τους, κάθε άνοιξη, πολιορκούσαν την Αθήνα, ρήμαζαν
τα σπίτια και τα χωράφια, έκλεβαν τη σοδειά, και οι στριμωγμένοι κάτοικοι μέσα στα τείχη υπέφεραν τα
πάνδεινα. Πείνα, στερήσεις και αρρώστιες. Από τον πρώτο χρόνο του πολέμου ξέσπασε μια τρομερή
πανούκλα που αποδυνάμωσε τον πληθυσμό. Κάθε φθινόπωρο, με τις πρώτες βροχές, όταν αποχωρούσαν
οι Σπαρτιάτες, οι απελπισμένοι Αθηναίοι, έβγαιναν από τα τείχη για ν' αντικρύσουν την ερήμωση και την
καταστροφή στα σπίτια και στα χτήματά τους.
Αυτή την ζοφερή κατάσταση περιγράφει η κωμωδία του Αριστοφάνη, αυτή την απελπισία και την απόγνωση
κρύβει κάτω από τη σάτιρα και την κωμική υπερβολή. Καταγγέλλει τον πόλεμο, τους πολεμοκάπηλους, τους
πολιτικάντηδες και τους κερδοσκόπους που ζουν από τον πόνο και τη δυστυχία των άλλων. Μια κραυγή
για Ειρήνη είναι οι "Αχαρνής". Δοξάζει τη ζωή, τα καθημερινά απλά πράγματα, τον έρωτα, το χορό, τις
χαρές που προσφέρει η Ειρήνη και που σαρώνει ο πόλεμος. Μέσα από παραληρηματικές και ευθύβολες
σκηνές μιας αστείρευτης κωμικής φαντασίας, το μήνυμα που έστελνε τότε -και που σήμερα εξακολουθεί
να ακούγεται σαν κραυγή- είναι η ζωογόνος ειρήνη και τα αγαθά που προσφέρει στον άνθρωπο, αντίθετα
από το σκοτάδι και το ζόφο που γεννάει ο πόλεμος.