Στο αριστοτελικό σύστημα των πέντε αισθήσεων, η όσφρηση κατέχει τη τρίτη θέση μετά την όραση και την ακοή, τις κυρίως γνωσιολογικές αισθήσεις. Η άυλη φύση των οσμών και η διάσταση του στιγμιαίου συντελούν στη ένταση του βιώματος της όσφρησης. Για αυτό το λόγο η όσφρηση παίζει διαχρονικά μεγάλο ρόλο στον ανθρώπινο πολιτισμό, νοηματοδοτώντας λατρευτικές πρακτικές, παραδόσεις και έθιμα.
Η έρευνα στην οσφρητική κληρονομιά είναι ένα αναδυόμενο πεδίο και απαιτεί τη συνδρομή πολλών κλάδων- ιστορίας, χημείας, αρχαιολογίας, εθνογραφίας, ανθρωπολογίας, οσφρητικής μουσειολογίας και αισθητηριακής γεωγραφίας, μεταξύ άλλων. Λόγω της άυλης και εφήμερης φύσης των οσμών, χρησιμοποιούνται καινοτόμες προσεγγίσεις στην τεκμηρίωση και τη διατήρηση της κληρονομιάς αυτής για το μέλλον- μεθοδολογίες όπως η χαρτογράφηση οσμών, ιχνηλάτηση αισθητηριακών αναφορών σε ιστορικές μαρτυρίες και δειγματολόγια οσμής τεκμηριωμένα με χημικά και αισθητηριακά μεταδεδομένα.
Ένα μεγάλο ρόλο στη μελέτη της οσφρητικής κληρονομιάς παίζει η αρωματοποιία, μια τέχνη για την οποία γράφτηκαν πολλά αρχαία συγγράμματα με θεραπευτικό, καλλωπιστικό και επιστημονικό περιεχόμενο.
Τα πιο γνωστά αρχαία ελληνικά αρώματα ήταν το ίρινον, ελαιόλαδο με εκχυλίσματα από ρίζες ίριδας, το βάλσαμο, η στακτή, το αυθεντικό βάλσαμο μύρου, το μελίνιο από κυδωνέλαιο, το ρόδιο μία διάσημη αλοιφή από τη Ρόδο από εκχύλισμα τριαντάφυλλου μαζί με άλλα αιθέρια έλαια και άλλα. Μάλιστα πολλές πόλεις ήταν ταυτισμένες με την παραγωγή δημοφιλών αρωμάτων, όπως η Κύζικος με το άρωμα της ίριδας, η Κως με το άρωμα μαντζουράνας και μήλων και η Έφεσος με το μεγαλείον, διάσημο άρωμα της Εφέσου.
Στα λιμάνια της Αρχαίας Ελλάδας έφταναν και αρώματα από την Ανατολή, όπως το Λυδικό βρενθείον με μυρωδιά μόσχου και λεβάντας, το αρωματικό λάδι κρίνων από τα Σούσα, το σούσινο, το μενδήσιο από τη Μέντη της Αιγύπτου από λάδι βαλάνου αρωματισμένο με λάδι πικραμύγδαλων και το νάρδον από τη ρίζα της ινδικής νάρδου, με λεπτό άρωμα που άντεχε στο χρόνο. Το καλύτερο νάρδον παράγονταν στην Ταρσό της Κιλικίας. Ιδιαίτερα αγαπητό στους Έλληνες της Μικράς Ασίας, η στακτή ήταν ένα ακριβό πολυτελές άρωμα, πικρό και δηκτικό, εισαγόμενο από την Ανατολή, από το έλαιον του θάμνου της σμύρνας. Με αυτήν έφτιαχναν υγρά αρώματα, αλοιφές, παστίλιες, θυμιάματα και αρωματικά κρασιά.
Τα εργαστήρια παρασκευής αρωμάτων και καλλυντικών ονομαζόταν μυρεψεία. Διέθεταν ποικιλία από σκεύη, όπως: ιγδία με δοίδυκες (γουδιά με γουδοχέρια), τριβεία με τριπτήρες, ηθμούς (φίλτρα), κύπελλα, λεκάνες, ασάμινθους (μπανιέρες), χύτρες, πύραυνα (θυμιατήρια) και πυριαντήρια (φορητές εστίες). Τα έτοιμα προϊόντα φυλάσσονταν σε ποικίλα μυροδοχεία, πυξίδες και εξάλειπτρα, τα οποία πωλούνταν στις πολύοσμες υπαίθριες αγορές, όπου οι μυρωδιές από φρούτα, κρασιά, λαχανικά και βότανα αντιστάθμιζαν τις δύσοσμες μυρωδιές από τα βυρσοδεψεία και τα ζώα.
Τόσο η προσωπική καθαριότητα όσο και η καθαριότητα του σπιτικού ήταν πολύ σημαντικά για τους αρχαίους. Τα δωμάτια και οι ιματιοθήκες μοσχοβολούσαν άρωμα λεμονιού, μήλο των Εσπερίδων και το άρωμα του ροδάκινου, περσικό μήλο, προστάτευε τα ενδύματα από σκόρους και άλλα έντομα. Στα συμπόσια, εκτός από τα φαγητά και τα διάφορα θυμιάματα, έπαιζαν και στέφανοι από κισσό, δάφνη, μυρτιά, κωνοφόρα, σέλινο, άνηθο, δυόσμο, τριαντάφυλλα και άνθη εποχής. Τα στεφάνια βαπτίζονταν και σε αρωματικά έλαια και οι αναθυμιάσεις τους δρούσαν κατά του πονοκεφάλου, της ζάλης από το κρασί, της δυσοσμίας του στόματος και της δυσπεψίας.
Στην παρακάτω θεματική έκθεση θα βρείτε τεκμήρια που σχετίζονται με την οσφρητική κληρονομιά για να προσεγγίσετε το αισθησιακό βίωμα της όσφρησης μέσα από κείμενα, απεικονίσεις, αντικείμενα και σκεύη.
Η θεματική έκθεση περιλαμβάνει τεκμήρια από τους εξής φορείς: