Στη β΄ έκθεση της καλλιτεχνικής ομάδας «Αρμός», στο Ζάππειο Μέγαρο τον Δεκέμβριο του 1952 ο Γιάννης Μόραλης εξέθεσε ένα εντυπωσιακό τρίπτυχο: τρεις καθιστές, γυμνές γυναικείες μορφές που βρίσκονταν σε διάλογο μεταξύ τους. Σύσσωμη η κριτική της εποχής αναγνώρισε στο συγκεκριμένο τρίπτυχο την επιτομή των έως τότε καλλιτεχνικών προσπαθειών του ακόμα νεαρού Μόραλη, αλλά και την αφετηρία μιας νέας κατεύθυνσης στο έργο του, κατεύθυνση η οποία μέσα από τη σειρά των επιτυμβίων θα τον οδηγούσε στην αφαίρεση. Το 1952 όλα τούτα έμοιαζαν μακρινά. Όμως, το κοινό και η κριτική έβλεπαν μπροστά τους ένα από τα έργα-ορόσημα της νεοελληνικής τέχνης. Το τρίπτυχο με το πέρασμα του χρόνου έσπασε. Ένα έργο βρίσκεται σήμερα σε ιδιωτική συλλογή στο εξωτερικό, ένα άλλο στην Εθνική Πινακοθήκη και το τρίτο τμήμα του, το Καθισμένο Γυμνό, στο Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Ρόδου. Η γυμνή γυναίκα κάθεται σε χαμηλό κάθισμα, ένα σκαμνί, καλυμμένο με λευκό ύφασμα. Ο χώρος του εργαστηρίου είναι ασαφής και, ουσιαστικά, μοιράζεται σε τέσσερις, ψυχρές μονοχρωματικές ζώνες. Μπροστά τους αναδεικνύεται μνημειακό το γυμνό σώμα, σχεδόν σε φυσικό μέγεθος. Το αυστηρό σχέδιο, που προδίδει την κλασική παιδεία αλλά και τους ακαδημαϊκούς προβληματισμούς του ζωγράφου, διαλέγεται ισότιμα με το αυστηρό χρώμα που απλώνεται με μικρές, επάλληλες πινελιές πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια. Αντλώντας έμπνευση από τα κλασικά επιτύμβια ανάγλυφα, ο Μόραλης δημιουργεί έναν νέο εικαστικό «κανόνα». Ανακεφαλαιώνει την έως τότε διαδρομή του και ξεκινά μια νέα πορεία. Το Καθισμένο γυμνό αποτελεί ένα κομβικό έργο τόσο για την προσωπική του εξέλιξη όσο και γενικότερα για την ελληνική τέχνη του 20ού αιώνα.
(EL)