Ο Σπύρος Βασιλείου (1903-1985) γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Γαλαξίδι, σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και ήταν μία από τις σπουδαιότερες καλλιτεχνικές φυσιογνωμίες του ελληνικού 20ού αιώνα. Υπήρξε, επίσης, ένας από τους βασικούς εκπροσώπους του ρεύματος για «επιστροφή στην παράδοση» που κυριάρχησε στην ελληνική τέχνη από τη δεκαετία του 1930 και για αρκετά χρόνια μετά τον Πόλεμο. Άντλησε έμπνευση από τη βυζαντινή και την ελληνική λαϊκή τέχνη, υιοθέτησε απλό και διακοσμητικό ύφος, ανέδειξε σε πρωτεύον θέμα του τα απλά καθημερινά πράγματα. Η συγκεκριμένη παράσταση, με τίτλο Μοναστηράκι, χρονολογείται στην ώριμη φάση της καλλιτεχνικής του δημιουργίας, όπου οι λαϊκότροπες συνθέσεις του αφομοιώνουν στοιχεία από τον υπερρεαλισμό (σουρεαλισμό). Εικονίζονται στο πρώτο επίπεδο μικροαντικείμενα (αγαλματίδια, λάμπες πετρελαίου, παλιά έπιπλα, γραμμόφωνα κ.ά.) μπροστά από μια συστάδα μικρών σπιτιών και καταστημάτων – τυπικών για την περιοχή Μοναστηράκι, στην παλιά Αθήνα. Δεξιά και αριστερά, σαν πυλώνες της σύνθεσης, δύο κολώνες οικοδομής με μεταλλικό οπλισμό –αναφορά στην Αθήνα της αντιπαροχής– ενώ κρεμασμένα στο χρυσό ουρανό του βάθους ένα κλουβί με καρδερίνα και πουκάμισα από δεύτερο χέρι από τα μαγαζιά της περιοχής. Με σχέδιο λαϊκότροπο και με χρώματα γαιώδη, που απηχούν και τη βυζαντινή τέχνη (πρβλ. τον χρυσό ουρανό στο βάθος), ο Βασιλείου παρουσιάζει εδώ, σε αυτή τη μικρογραφία της ευρύτερης γειτονιάς του, τη σύγχρονή του Αθήνα: μια πόλη που εκσυγχρονίζεται ταχύτατα ξεπουλώντας στα καταστήματα της πλατείας Αβησσυνίας τα παλιά της αντικείμενα.
(EL)