Μολονότι ο Γιάννης Σπυρόπουλος (1912-1990) αναγνωρίζεται σήμερα ως ένας από τους πρωτοπόρους της ανεικονικής τέχνης στην Ελλάδα, με σημαντική διεθνή αναγνώριση και παρουσία μετά το 1960, η μετάβασή του προς την πρωτοποριακή έκφραση ήταν μάλλον αργή και προϋπέθετε μια ωρίμανση που απαιτούσε χρόνο για να απαλειφθούν οι αρχές της ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Ο ζωγράφος γεννήθηκε στην Πύλο και σπούδασε ζωγραφική στην ΑΣΚΤ (1930-1936) με δασκάλους τους μάλλον συντηρητικούς καλλιτέχνες Ουμβέρτο Αργυρό, Σπύρο Βικάτο και Επαμεινώνδα Θωμόπουλο. Μολονότι συνέχισε τις σπουδές του στην Ecole des Beaux Arts του Παρισιού (1938-1939), χάρη σε υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, δεν φαίνεται να επηρεάστηκε από τον μοντερνισμό. Καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, η ζωγραφική του κινούνταν στο πλαίσιο του ακαδημαϊσμού. Ήταν στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του 1952 που το ύφος του άρχισε να γίνεται πιο αφαιρετικό, πιο αντιρεαλιστικό, πιο σχηματικό. Στα επόμενα οχτώ χρόνια, και με πεδίο πειραματισμού το ελληνικό τοπίο, ο Σπυρόπουλος κινήθηκε συνειδητά προς μια ολοένα και εξπρεσιονιστική ζωγραφική γλώσσα, που τον οδηγούσε σταθερά προς την αφηρημένη/ανεικονική τέχνη. Το Τοπίο, που θα πρέπει να χρονολογηθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1950, στην επονομαζόμενη στην τέταρτη φάση του έργου του (1951-1955), δεν είναι διαφορετικό από παλαιότερες τοπιογραφίες του: χαμηλές πλαγιές με ελιές, επαρχιακοί δρόμοι και μικρά χωριατόσπιτα αποτελούν και εδώ το βασικό του θέμα. Όμως, η σύνθεση είναι πια επίπεδη, χωρίς προοπτική. Το σχέδιο είναι υποτυπώδες, «παιδικό» και «ναΐφ», τα σχήματα αυστηρά και γεωμετρικά – χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που αποδίδει τα βουνά στο βάθος, ως πρισματικούς γκρίζους και μπλε όγκους. Τέλος, το χρώμα τοποθετείται στη ζωγραφική επιφάνεια με σίγουρες, κοφτές πινελιές καθαρού χρώματος, που επιτείνουν τη χειρονομιακή αντίληψη του καλλιτέχνη. Το Τοπίο, που παραμένει ένα αρκετά πρωτοποριακό έργο για τα δεδομένα της ελληνικής τέχνης στη δεκαετία του 1950, συνιστά ένα από τα πιο σημαντικά έργα του Σπυρόπουλου στην πορεία του προς την κατάκτηση ενός ατομικού αφηρημένου ύφους.
(EL)