δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε το ψηφιακό αρχείο του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε το ψηφιακό αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης : Public Domain CC0
Ελεύθερο από Περιορισμούς Πνευματικής Ιδιοκτησίας
Το 1966 η Βάσω Κατράκη (1909/1914-1988) τιμήθηκε με το Διεθνές βραβείο Λιθογραφίας Tamarind στο πλαίσιο της ΧΧΧΙΙΙ Μπιενάλε της Βενετίας για τα έργα της στην πέτρα. Ήταν μια ακόμη διεθνής βράβευση μετά από εκείνες στην Αλεξάνδρεια (1957) και στο Λουγκάνο (1958) που επιβεβαίωναν την καινοτομία αλλά και την ποιότητα της καλλιτεχνικής εργασίας της. Τα χαρακτικά που εκτέθηκαν στη Βενετία το 1966 εντάσσονταν, ωστόσο, σε μια διαφορετική αντίληψη από τις μανάδες και τους ψαράδες που είχε φιλοτεχνήσει μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960. Οι μορφές της είναι πλέον μαύρες, ενώ ελάχιστες χαράξεις διέγραφαν ανατομικά χαρακτηριστικά: τα μάτια, το στόμα, κάποιες λεπτομέρειες των ενδυμάτων. Με αδύναμα, αφύσικα ψιλόλιγνα σώματα και μακριούς λαιμούς, με μικρά κεφάλια και πολύ μακριά μέλη, οι μορφές της αντλούσαν επιρροές από την ελληνική αρχαιότητα (τα κυκλαδικά ειδώλια και την αρχαϊκή γλυπτική) και ταυτόχρονα από τη μοντέρνα και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή τέχνη (τη γλυπτική του Τζιακομέτι και τη ζωγραφική του Μοντιλιάνι). Και ζούσαν σε έναν απροσδιόριστο, λευκό χώρο, έναν φανταστικό, πνευματικό τόπο. Λίγους μήνες μετά τη βράβευσή της στη Βενετία, τον Απρίλιο του 1967 και με την εκδήλωση του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών, η Κατράκη βρέθηκε εξόριστη στη Γυάρο. Εκεί δεν σταμάτησε να εργάζεται και να κυοφορεί νέες συνθέσεις: αλληγορικές, με αφετηρία τον αρχαίο μύθο και αναφορά στη σύγχρονή της πολιτική πραγματικότητα. Ήταν τότε που η Κατράκη χρησιμοποίησε στα έργα της την Αντιγόνη και τα αδέλφια της, αλλά και την Πλατυτέρα, τον ήλιο, τα δέντρα. Όταν επέστρεψε από την εξορία, συνέχισε να δουλεύει πάνω σε αυτά τα θέματα, που είχαν σαφώς αντιδικτατορικό μήνυμα, και τα εξέθεσε το 1972 στο Πνευματικό και Καλλιτεχνικό Κέντρο «Ώρα» του Ασαντούρ Μπαχαριάν. Το χαρακτικό Επίσκεψη εικονίζει μια γυναίκα καθισμένη πάνω σε πέτρινο κάθισμα. Πρόκειται για το πρώτο έργο μιας σειράς λιτών συνθέσεων που χρονολογούνται αμέσως μετά την πτώση της Δικτατορίας και εικονίζουν μία ή ενίοτε δύο μορφές καθιστές, ενώ κοιτάζουν μπροστά τους. Δεν υπάρχει συζήτηση με κάποιο άλλο πρόσωπο, δεν υπάρχει διάδραση: μόνο αυτή η αίσθηση μελαγχολίας και αγωνίας, σημάδι των ζοφερών καιρών της Δικτατορίας.
(EL)
*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.