Στον συγκεκριμένο πίνακα εικονίζεται ένα τοπίο, λουσμένο κάτω από το δυνατό ηλιακό φως. Το τοπίο δεν αποδίδεται ρεαλιστικά ούτε περιγραφικά. Στο πρώτο επίπεδο, μέσα από ένα πλέγμα κάθετων και οριζόντιων λευκών, πλατιών πινελιών που περιγράφει με αφαιρετικό τρόπο τη θάλασσα, εγγράφονται αρκετές μικρές βάρκες. Το νησιωτικό τοπίο ολοκληρώνει η ζώνη της ξηράς και της θάλασσας, που διαγράφονται στο βάθος επίσης σχηματικά. Ο γεννημένος στον Πειραιά αλλά κυπριακής καταγωγής ζωγράφος Γιώργος Μαυροΐδης (1912-2003) ήταν αυτοδίδακτος. Έζησε στη Λάρνακα μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών και από τότε χρονολογείται η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική. Στα χρόνια της Κατοχής έκανε κάποια μαθήματα κοντά στον Τσαρούχη, εξέθεσε το 1948 στην πρώτη Πανελλήνια Μεταπολεμική Έκθεση και το 1949 ήταν ιδρυτικό μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «Αρμός». Την περίοδο 1950-1952 ήταν στο Παρίσι όπου υπηρέτησε ως γενικός γραμματέας του ελληνικού προξενείου – τότε ήρθε σε ουσιαστικότερη επαφή και με τη σύγχρονή του γαλλική τέχνη. Το 1959 εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ. Η ζωγραφική του Μαυροΐδη επηρεάστηκε από τις μεταπολεμικές καλλιτεχνικές τάσεις, όπως η αφαίρεση, κυρίως όμως κινήθηκε στο πλαίσιο του εξπρεσιονισμού, με έμφαση στα έντονα χρώματα, τις μεγάλες χειρονομίες, την πλούσια σε χρωματική ύλη πινελιά. Κάποια από τα στοιχεία αυτά διαφαίνονται στο τοπίο Βάρκες, χαρακτηριστικό δείγμα της ώριμης καλλιτεχνικής του παραγωγής: η γρήγορη εκτέλεση, η απλοποίηση της φόρμας, τα καθαρά χρώματα που απλώνονται με ταχύτητα αλλά και σιγουριά πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια.
(EL)