use the file or the thumbnail according to the license: CC BY-NC-ND 4.0 GR
Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
Νεράϊδος ή νεραϊδής υβρ. λ. ανδρών.: ο συνουσιαζόμενος με νηρηϊδα, συνεπώς έχων τον διάβολον μέσα του κατά το λεγόμενον. Νεράϊδα δε: η κακή γυναίκα.
(EL)
Λουλάκις, Γ.
Νεράϊδος ή νεραϊδής υβρ. λ. ανδρών.: ο συνουσιαζόμενος με νηρηϊδα, συνεπώς έχων τον διάβολον μέσα του κατά το λεγόμενον. Νεράϊδα δε: η κακή γυναίκα.
(EL)