Μια βολά, λέει, ο κύρης μου εκοιμούντανε 'ς αλετρουδιό και θωρεί να ‘ναράπη κ’ εγύριξε την πέτρα και του ‘λεγε: Σήκω ‘πο ‘κεί και οι Τούρκοι έρχονται! Και ο κύρης μου του ‘κανε. – Δε μισεύγω. Ύστερα ήρθαν οι Τούρκοι κ’ εβάστανε ‘να σπαθί και τσυ ‘ξύγωνε από πίσω και τσυ ‘ποκώλωσε ‘ς το Βόλακα. Κι από ‘κειά πάει και του κάνει – Θές παράδες; λέει –Θέλω. Και του πάει ‘να σακκούλι γεμάτο παράδες. Ύστερα πάλι του λέγει. –Θές κι άλλους; Λέει – θέλω. Και πάει και του φέρνει άλλο νένα σακκούλι γεμάτο. Κι απόκειας πάλι του λέει –Θές κι άλλους; λέει –θέλω. Και του ξαπλώνει ‘να μπούλο και φεύγει.

Μια βολά, λέει, ο κύρης μου εκοιμούντανε 'ς αλετρουδιό και θωρεί να ‘ναράπη κ’ εγύριξε την πέτρα και του ‘λεγε: Σήκω ‘πο ‘κεί και οι Τούρκοι έρχονται! Και ο κύρης μου του ‘κανε. – Δε μισεύγω. Ύστερα ήρθαν οι Τούρκοι κ’ εβάστανε ‘να σπαθί και τσυ ‘ξύγωνε από πίσω και τσυ ‘ποκώλωσε ‘ς το Βόλακα. Κι από ‘κειά πάει και του κάνει – Θές παράδες; λέει –Θέλω. Και του πάει ‘να σακκούλι γεμάτο παράδες. Ύστερα πάλι του λέγει. –Θές κι άλλους; Λέει – θέλω. Και πάει και του φέρνει άλλο νένα σακκούλι γεμάτο. Κι απόκειας πάλι του λέει –Θές κι άλλους; λέει –θέλω. Και του ξαπλώνει ‘να μπούλο και φεύγει.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε το ψηφιακό αρχείο του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το ψηφιακό αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR
Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Μια βολά, λέει, ο κύρης μου εκοιμούντανε 'ς αλετρουδιό και θωρεί να ‘ναράπη κ’ εγύριξε την πέτρα και του ‘λεγε: Σήκω ‘πο ‘κεί και οι Τούρκοι έρχονται! Και ο κύρης μου του ‘κανε. – Δε μισεύγω. Ύστερα ήρθαν οι Τούρκοι κ’ εβάστανε ‘να σπαθί και τσυ ‘ξύγωνε από πίσω και τσυ ‘ποκώλωσε ‘ς το Βόλακα. Κι από ‘κειά πάει και του κάνει – Θές παράδες; λέει –Θέλω. Και του πάει ‘να σακκούλι γεμάτο παράδες. Ύστερα πάλι του λέγει. –Θές κι άλλους; Λέει – θέλω. Και πάει και του φέρνει άλλο νένα σακκούλι γεμάτο. Κι απόκειας πάλι του λέει –Θές κι άλλους; λέει –θέλω. Και του ξαπλώνει ‘να μπούλο και φεύγει. (EL)

Α! Διηγημάτια (Στοιχειά). 1. Ο αράπης (EL)

Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.

Μια βολά, λέει, ο κύρης μου εκοιμούντανε 'ς αλετρουδιό και θωρεί να ‘ναράπη κ’ εγύριξε την πέτρα και του ‘λεγε: Σήκω ‘πο ‘κεί και οι Τούρκοι έρχονται! Και ο κύρης μου του ‘κανε. – Δε μισεύγω. Ύστερα ήρθαν οι Τούρκοι κ’ εβάστανε ‘να σπαθί και τσυ ‘ξύγωνε από πίσω και τσυ ‘ποκώλωσε ‘ς το Βόλακα. Κι από ‘κειά πάει και του κάνει – Θές παράδες; λέει –Θέλω. Και του πάει ‘να σακκούλι γεμάτο παράδες. Ύστερα πάλι του λέγει. –Θές κι άλλους; Λέει – θέλω. Και πάει και του φέρνει άλλο νένα σακκούλι γεμάτο. Κι απόκειας πάλι του λέει –Θές κι άλλους; λέει –θέλω. Και του ξαπλώνει ‘να μπούλο και φεύγει. (EL)

Παράδοση (EL)

Κρήτη, Ρωγδιά (EL)


1908



Ι. Ν. Ζωγραφάκη, Δημ. Αναλ. Ρωγδιάς Κρήτης, Ελλην. Φιλ. Συλ. Κων/πόλεως, 31 (1907 – 1908), σελ. 121, αρ. 1
Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, 31

Ελληνική γλώσσα

Κείμενο




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.