τόπακας (ο)=φύλακας άγρυπνος ενός μέρους, εκείνος που μένει διαρκώς στο ίδιο μέρος, στοιχειό.- Έγινες τόπακας εδώ.- Κουρβουλώθκες σα dόπακας.

τόπακας (ο)=φύλακας άγρυπνος ενός μέρους, εκείνος που μένει διαρκώς στο ίδιο μέρος, στοιχειό.- Έγινες τόπακας εδώ.- Κουρβουλώθκες σα dόπακας.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε το ψηφιακό αρχείο του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το ψηφιακό αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR
Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



τόπακας (ο)=φύλακας άγρυπνος ενός μέρους, εκείνος που μένει διαρκώς στο ίδιο μέρος, στοιχειό.- Έγινες τόπακας εδώ.- Κουρβουλώθκες σα dόπακας. (EL)

Πετρόπουλος, Δημήτριος

τόπακας (ο)=φύλακας άγρυπνος ενός μέρους, εκείνος που μένει διαρκώς στο ίδιο μέρος, στοιχειό.- Έγινες τόπακας εδώ.- Κουρβουλώθκες σα dόπακας. (EL)

Παράδοση (EL)

Θράκη, Σκοπός (EL)


1939



Δημήτρης Πετρόπουλος, Λαογραφικά Σκοπού Ανατολικής Θράκης, Αρχείον Θρακικού Θησαυρού, τόμος Ε, 1938 – 1939, σελ. 258
Αρχείο Θρακικού Λαογραφικού Γλωσσικού Θησαυρού, Ε

Ελληνική γλώσσα

Κείμενο




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.