Η Βάσω Κατράκη (1909 ή 1914-1988) γεννήθηκε στο Αιτωλικό Μεσολογγίου και σπούδασε ζωγραφική, με τον Κωνσταντίνο Παρθένη, και χαρακτική, με τον Γιάννη Κεφαλληνό, στην ΑΣΚΤ, από όπου αποφοίτησε το 1940. Την περίοδο της Κατοχής εντάχθηκε στην Εθνική Αντίσταση. Η διδασκαλία του Κεφαλληνού αλλά και η εμπλοκή της στην Αντίσταση επέδρασαν στο ύφος της που μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήταν ρεαλιστικό με αρκετές εξπρεσιονιστικές αναφορές. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ωστόσο, η εργασία της οδηγήθηκε σε μεγαλύτερη σχηματοποίηση, με αναφορές τόσο στη λαϊκή τέχνη όσο και στην αρχαϊκή γλυπτική, παρ’ ότι το θέμα της παρέμενε πάντοτε η ανθρώπινη μορφή και ειδικά ο λαϊκός άνθρωπος. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά εντοπίζονται σε μια σειρά από πορτρέτα νέων, αντρών και γυναικών, που φιλοτέχνησε η Κατράκη εκείνην ακριβώς την περίοδο με την τεχνική της έγχρωμης ξυλογραφίας. Τα πορτρέτα αυτά ήταν, ουσιαστικά, οι τελευταίες ξυλογραφίες που φιλοτέχνησε προτού στραφεί στη χάραξη της πέτρας που αποτέλεσε την πρωτότυπη συμβολή της στην τέχνη της χαρακτικής και καθόρισε το ώριμο ύφος της από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και μετά. Συγκεκριμένα στο Κορίτσι με τα κόκκινα εικονίζεται μια νεαρή που φορά κόκκινη μπλούζα, λεπτομέρεια που δίνει και τον τίτλο στη σύνθεση. Η κοπέλα έχει τα μαλλιά της δεμένα σε κοτσίδα, η οποία πέφτει μπροστά και πάνω από τον ώμο της. Το πρόσωπο είναι αποδομένο αφαιρετικά: ξεχωρίζουν τα μεγάλα μάτια με το έντονο μελαγχολικό βλέμμα που καρφώνεται στον θεατή, τα σφιγμένα χείλη, η αυστηρότητα της στάσης. Η μορφή θυμίζει περισσότερο ξόανο παρά άνθρωπο, ανακαλεί την αρχαϊκή τέχνη και προετοιμάζει τη σειρά των μανάδων, που αποτέλεσαν και τις πρώτες σοβαρές χαρακτικές δοκιμές της Κατράκη στο υλικό της πέτρας.
(EL)