use the file or the thumbnail according to the license: CC BY-NC-ND 4.0 GR
Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
Μια γυναίκα, πολύ όμορφ’ πήγαινε περπατούντα
(EL)
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
Στάθης, Νίκος
Μια γυναίκα, πολύ όμορφ’ πήγαινε περπατούντα. Τσ’ έκρινε: Κυρά Λένη, κυρά Λένη! Η αδερφή της βαβάς μ’ πήγαινε στα Καζαναριά εκεί που φκιάνανε το τσίπουρο. (στη βρύσ’ και στον πλάτανο κοντά; ακόμα και σήμερα. Το καλοκαίρ’ ψήνανε τα μούρα, τα δαμάσκηνα, αχλάδια, κορόμηλα κι εβγάζανε το τσίπουρο. Στήνανε 2 -3 καζάνια καθένα την τοποθεσία τ’). Εκεί κοντά, άκουσε τη νύχτα μια φωνή. – Κυρά Λένη! Εβγήκε στο παράθ’ρο κι αντιλοήθ’κε. Κι είδε μια πολύ όμορφη γυναίκα, ψηλή, διπλή γυναίκα, ντυμέν’ στα μαύρα και τα μαλλιά τ΄ς πλιμένα κοσσίδες. Φεγγάρ’ – μέρα καλοκαιρινή. Μόλις την είδι, αμέσως σκέφτηκε για τη γυναίκα που μολογούσανε. Μπήκε μέσα, και δεν τ’ς μίλησε.
(EL)