Κάποτε ελέανε πως ‘ς την Ανεμοχορεύτρα επειδής ήταν έβγοροι οι καιροί πως είναι μέρος τω καλώ κιουράδω ότι επιάνανε χορό εκεί κ’ ήτανε κι αλώνι εκεί. ‘Σ την Ανεμοχορεύτρα επερνούσε καμμιά από τη Τραγαία κ’ ενυχτώθηνε κ’ είδενε κ’ εχορεύγανε. Λοιπό αυτή εφοβούντανε να μη την χαλάσουνε. Λέει, αλλιώς δε θα κάμω παρά να πιάσω κ’ εγώ το χορό. Γδύθη κι αυτή, λέει, να φανώ κ’ εώ (= κι εγώ) καλή κιουρά. Αρχέψανε αυτές τραούδι: δαίμονα, δαίμονα δεν είδαμε να ‘χη τρίχες ‘ς τσ’ αμασκάλες και μαλλιά ‘ς τα λαγγονάρια και την ετζιμποκαϊλίζανε. Αυτή λοιπό δεν ήβγαλε τσιμουδιά. Κατά τη μία η ώρα ήκραξεν΄ο πετεινός. Κατόπι σε λίγο ήκραξε κι ο μαύρος πετεινός λέει: μαύρος πετεινός ήκραξενε, κ’ εγίνανε ανεφταόρατες. Την είχαν όμως κάμει από τσι τζιμπηνιές μαύρη.

Κάποτε ελέανε πως ‘ς την Ανεμοχορεύτρα επειδής ήταν έβγοροι οι καιροί πως είναι μέρος τω καλώ κιουράδω ότι επιάνανε χορό εκεί κ’ ήτανε κι αλώνι εκεί. ‘Σ την Ανεμοχορεύτρα επερνούσε καμμιά από τη Τραγαία κ’ ενυχτώθηνε κ’ είδενε κ’ εχορεύγανε. Λοιπό αυτή εφοβούντανε να μη την χαλάσουνε. Λέει, αλλιώς δε θα κάμω παρά να πιάσω κ’ εγώ το χορό. Γδύθη κι αυτή, λέει, να φανώ κ’ εώ (= κι εγώ) καλή κιουρά. Αρχέψανε αυτές τραούδι: δαίμονα, δαίμονα δεν είδαμε να ‘χη τρίχες ‘ς τσ’ αμασκάλες και μαλλιά ‘ς τα λαγγονάρια και την ετζιμποκαϊλίζανε. Αυτή λοιπό δεν ήβγαλε τσιμουδιά. Κατά τη μία η ώρα ήκραξεν΄ο πετεινός. Κατόπι σε λίγο ήκραξε κι ο μαύρος πετεινός λέει: μαύρος πετεινός ήκραξενε, κ’ εγίνανε ανεφταόρατες. Την είχαν όμως κάμει από τσι τζιμπηνιές μαύρη.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε το ψηφιακό αρχείο του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το ψηφιακό αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR
Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Κάποτε ελέανε πως ‘ς την Ανεμοχορεύτρα επειδής ήταν έβγοροι οι καιροί πως είναι μέρος τω καλώ κιουράδω ότι επιάνανε χορό εκεί κ’ ήτανε κι αλώνι εκεί. ‘Σ την Ανεμοχορεύτρα επερνούσε καμμιά από τη Τραγαία κ’ ενυχτώθηνε κ’ είδενε κ’ εχορεύγανε. Λοιπό αυτή εφοβούντανε να μη την χαλάσουνε. Λέει, αλλιώς δε θα κάμω παρά να πιάσω κ’ εγώ το χορό. Γδύθη κι αυτή, λέει, να φανώ κ’ εώ (= κι εγώ) καλή κιουρά. Αρχέψανε αυτές τραούδι: δαίμονα, δαίμονα δεν είδαμε να ‘χη τρίχες ‘ς τσ’ αμασκάλες και μαλλιά ‘ς τα λαγγονάρια και την ετζιμποκαϊλίζανε. Αυτή λοιπό δεν ήβγαλε τσιμουδιά. Κατά τη μία η ώρα ήκραξεν΄ο πετεινός. Κατόπι σε λίγο ήκραξε κι ο μαύρος πετεινός λέει: μαύρος πετεινός ήκραξενε, κ’ εγίνανε ανεφταόρατες. Την είχαν όμως κάμει από τσι τζιμπηνιές μαύρη. (EL)

Ήμελλος, Στέφανος Δ.
Αλιμπέρτης, Κων/νος

Κάποτε ελέανε πως ‘ς την Ανεμοχορεύτρα επειδής ήταν έβγοροι οι καιροί πως είναι μέρος τω καλώ κιουράδω ότι επιάνανε χορό εκεί κ’ ήτανε κι αλώνι εκεί. ‘Σ την Ανεμοχορεύτρα επερνούσε καμμιά από τη Τραγαία κ’ ενυχτώθηνε κ’ είδενε κ’ εχορεύγανε. Λοιπό αυτή εφοβούντανε να μη την χαλάσουνε. Λέει, αλλιώς δε θα κάμω παρά να πιάσω κ’ εγώ το χορό. Γδύθη κι αυτή, λέει, να φανώ κ’ εώ (= κι εγώ) καλή κιουρά. Αρχέψανε αυτές τραούδι: δαίμονα, δαίμονα δεν είδαμε να ‘χη τρίχες ‘ς τσ’ αμασκάλες και μαλλιά ‘ς τα λαγγονάρια και την ετζιμποκαϊλίζανε. Αυτή λοιπό δεν ήβγαλε τσιμουδιά. Κατά τη μία η ώρα ήκραξεν΄ο πετεινός. Κατόπι σε λίγο ήκραξε κι ο μαύρος πετεινός λέει: μαύρος πετεινός ήκραξενε, κ’ εγίνανε ανεφταόρατες. Την είχαν όμως κάμει από τσι τζιμπηνιές μαύρη. (EL)

Παράδοση (EL)

Νάξος, Κωμιακή (EL)


1960



Λ. Α. αρ. 2342, σελ. 271 – 2, Στεφ. Ημέλλου, Νάξος, (Κωμιακή) 1960
2342

Ελληνική γλώσσα

Κείμενο




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.